Ο χαμένος μύθος.
Πολύ πολύ παλιά, όταν ακόμα οι άνθρωποι ζούσαν κοντά στη γη, γεννήθηκαν δύο τρομερές αδελφές, η Διαφθορά και η Αδιαφορία, κόρες της Νύχτας και του Ερέβους. Γεννήθηκαν σε ένα όμορφο νησί κάπου κοντά στην Κρήτη, στο ανοιχτό πέλαγος. Τις παραλίες τους τις έβρεχαν χρυσά κύματα και μελτέμια δροσερά τους ύφαιναν την αύρα. Κι όσο ήταν παιδιά έπαιζαν με τα κύματα και χαμογελούσαν στον δυνατό ήλιο του Αυγούστου.
Όμως όσο μεγάλωναν, ξέχναγαν να παίζουν και να τρέχουν και να χαίρονται και να χοροπηδούν, ξέχασαν ακόμα και να παίζουν κουτσό! Ξέχασαν να πιστεύουν σε όνειρα και παραμύθια με τέρατα και πριγκίπισσες, με ευγενείς και καλό τέλος.
Και άρχισαν να θυμώνουν που ξέχασαν να είναι παιδιά! Η Διαφθορά άρχισε να διαφθείρει το νησί και η Αδιαφορία απλά να αδιαφορεί. Διέφθειραν τις παραλίες και μετά διέφθειραν τα κύματα και τα ζωάκια, μα πάνω απ’ όλα διέφθειραν τους ανθρώπους.
Η μία αδελφή διέφθειρε και η άλλη απλά αδιαφορούσε.
Και όσο η διαφθορά διέφθειρε τόσο ο ήλιος δεν ζέσταινε αλλά τσουρούφλιζε, τα αστέρια δεν έλαμπαν τη νύχτα, ή μάλλον έλαμπαν αυτά, αλλά η διαφθορά έλαμπε δυνατότερα, η θάλασσα άρχισε να βρωμάει και να γεμίζει σκουπίδια, βρωμεροί καπνοί έκρυβαν τον ορίζοντα και σε έκαναν να βήχεις και να φταρνίζεσαι και να μην μπορείς να ανασάνεις. Κι αν διαμαρτυρόσουν τότε οι βρωμεροί καπνοί γέλαγαν και σου έλεγαν ότι θα βρωμάνε όπου θέλουν. Κι αν κάποιος πήγαινε να αντισταθεί στην διαφθορά, τότε η αδιαφορία με λύσσα περισσή υπερασπιζόταν την μικρή της αδελφή και πέταγε σάπιους λωτούς στα κεφάλια των ανθρώπων, για να μην ξεχάσουν απλά, αλλά να μην τους νοιάζει. Να μην τους ενδιαφέρει τίποτα, να κοιτάνε την δουλίτσα τους, το σπιτάκι τους, την εκδρομούλα τους, το συμφέρον τους. Όλα τα έκανε μικρά και μίζερα η μεγάλη αδελφή η Αδιαφορία, για να μπορεί να τα καταβροχθίσει πιο εύκολα, να τα διαφθείρει με το γλοιώδη και τοξικό της σάλιο η Διαφθορά. Η αδιαφορία ήταν το κεντρί, το δηλητήριο που τους έκανε όλους φθηνούς και η διαφθορά με το μεγάλο στομάχι και το γλοιώδες τοξικό της σάλιο, τους κατάπινε τους μικρούς και μίζερους. Χωρίς την μία αδελφή η άλλη θα ήταν ανήμπορη, δεν θα μπορούσε να υπάρχει, θα εξαφανιζόταν σε ένα σύννεφο από αγένεια και κακία και υπερήφανη αμορφωσιά.
Μέχρι που -από την πολλή διαφθορά και την πολλή αδιαφορία- το νησί φαγώθηκε και μετά εξαφανίστηκε από το πέλαγος. Το πέλαγος στενοχωρήθηκε πολύ για το νησί που χάθηκε από την πολλή διαφθορά και την πολλή αδιαφορία, αλλά για μια στιγμή μονάχα. Μετά φοβήθηκε, γιατί είδε την Διαφθορά και την Αδιαφορία να ξεχύνονται στους ανθρώπους ακόμα πιο θυμωμένες και τρομερές,να τους διαφθείρουν και να τους κάνουν να αδιαφορούν μέχρι να εξαφανιστούν κι αυτοί.
Ευτυχώς, όμως, δεν μπορούν να διαφθείρουν τα παιδιά ούτε να τα κάνουν να αδιαφορήσουν. Τα παιδιά που παίζουνε και τρέχουνε, χαίρονται και χοροπηδούν. Αλλά πάνω απ’ όλα δεν έχουν καμία επίδραση τα βρωμερά τους λόγια στα παιδιά που παίζουνε κουτσό.Αλλά και τους μεγάλους,που δεν ξέχασαν πώς να είναι παιδιά, δεν μπορούν να διαφθείρουν και να τους κάνουν να αδιαφορήσουν. Εκείνους τους μεγάλους που ακόμα πιστεύουν σε όνειρα και παραμύθια με τέρατα και πρίγκιπες, με ευγενείς και ένα καλό τέλος ή έστω ένα μέλλον ευοίωνο για τα δικά τους τα παιδιά!